Κυριακή

Amor en los tiempos del cólera



Και θα υψώσουμε στο κέντρο του πλοίου μας
τάχα, τη σημαία της χολέρας
καταργώντας συμβόλαια και εταιρικές συμφωνίες

κι έτσι θα πλέουμε ανενόχλητοι και μόνοι
με τον κόσμο να αλαργεύει τρομαγμένος
κράζοντας....."Cólera cólera"

και θα πλοηγούν τα ρεύματα της Καραϊβικής
τον έναν
πάνω στο γερασμένο κορμί του άλλου
και πάνω στα νεογέννητα βλέμματά μας
στυγνά θα κατακρεουργείται ο θάνατος.

Πέμπτη

X

Δευτέρα

Μια νυχτερινή οπτική του αεροδρομίου Fiumicino τη Ρώμης


- I'm sorry sir, but the check in burreau will open at 5:00a.m. for your flight.
Ευγενέστατος, δε λέω, όμως το να έκανα check in ασφαλίζοντας τα μπαγάζια μου και να περνούσα στις gates αναχωρήσεων φαινόταν μια πολύ καλή προοπτική για ύπνο ήσυχο και σχετικά άνετο για τα δεδομένα ενός αεροδρομίου. Και εδώ το Terminal 1 δε φαίνεται και πολύ φιλόξενο. Κρύα, μαρμάρινα πατώματα διαφημίσεις παντού και δυο τρεις πενταθέσειες πολυθρόνες, όλες πιασμένες από μερικούς ήδη κοιμώμενους ταξιδιώτες. Είναι ακόμα 7 το απόγευμα όμως ο Φλεβάρης εξακολουθεί να σκοτεινιάζει νωρίς. Πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος να περάσει εύκολα η νύχτα.
Φεύγουν εύκολα 10 λεπτά χαζεύοντας σε ένα βιβλιοπωλείο. Θα πρέπει να διαλέξω κάτι. Το διάβασμα είναι μια σχετικά καλή λύση για να κυλούν γρήγορα οι ώρες. Δυο περιοδικά, ένα για drums και ένα για αεροπλοΐα. Πηγαίνω στο μοναδικό καφέ που υπάρχει, ένα από αυτά των αεροδρομίων, συνήθως franchise και που συνήθως κλείνουν νωρίς. Πίνω όσο πιο αργά γίνεται τον cappuccino μου και προσπαθώ να διαβάσω όσο λιγότερο γίνεται για οικονομία σελίδων. Το βλέμμα μου αποσπάται ξαφνικά από τους Ιταλούς drummers εξ' αιτίας μιας μητέρας που μόλις έφτασε στο καφέ με το γιο της. Καθίσαν σε ένα σταντ. Αυτή είναι γύρω στα 40, με πλατύ γυαλιστερό μέτωπο, μάυρα μακριά μαλλιά και σώμα 25χρονής αθλήτριας του aerobic. Αναμφισβήτητα γλυκό πρόσωπο. Και αναμφισβήτητα ζωντοχήρα. Παίρνει στο μικρό ό,τι της ζητήσει, κάθονται σα φίλοι και τα λένε. Χαμογελούν ο ένας στον άλλο συχνά αλλά μοιάζει σαν να υπάρχει ανάμεσά τους μια αραχνοΰφαντη αμηχανία. Σαν να πρέπει αυτή να επανορθώσει για κάτι. Στο μισάωρο ο μικρός την αποχαιρετά φιλώντας τη σταυρωτά και φεύγει κρατώντας τη χειραποσκευή του. Δεν τον συνοδεύει στην έξοδο μόνο κάθεται και συνεχίζει τον καφέ της.
Τη χαζεύω πλέον απροκάλυπτα. Το 'χει καταλάβει και νιώθει κάπως άβολα. Δε με νοιάζει καθόλου. Είμαι φιλοξενούμενος σ' αυτή τη χώρα και επιπλέον έχω μια ολόκληρη νύχτα μπροστά μου. Λοιπόν οφείλετε να με περιποιηθείτε. Κάποια στιγμή πιάνει το κινητό της. Μιλάει για ώρα γελώντας, μισοχαρούμενη και μισοανυπόμονη. Κλείνει λέγοντας: "Ti aspetto!". Και περιμένει. Άλλα 10 λεπτά μου χαρίζονται απλόχερα κάνοντας σκέψεις ποιός ή ποιά θα την επισκευτεί. Ενστικτωδώς τείνω προς κάποιο άντρα. Δεν πέφτω έξω. Το βλέπει να έρχεται περπατώντας βιαστικά τα τελευταία 30 μέτρα που τους χωρίζουν. Ακουμπάει το κεφαλάκι της στην παλάμη η οποία μέσω του λεπτού αγκώνα της στηρίζεται στο σταντ και του χαμογελάει. Φτάνει κοντά της και φιλιούνται σταυρωτά. Σίγουρα πιο εγκάρδια απ' το κανονικό. Κι ενώ περίμενα κάποιον νεαρό, μελαχρινό, elegant πιλότο ή κανέναν κουστουμάτο και περιποιημένο όσο δεν πάει businesman, απέτυχα. Αυτός εδώ είναι περίπου συνομήλικός της, κοντός, εύσωμος, άσχημος και χοντροκομμένος, με μεγάλο ζωώδες κεφάλι και φοράει μεσάτο δερμάτινο που αφήνει να προεξέχει μια λεβέντικη κοιλιά που υπόσχεται ακόμα μεγαλύτερες δόξες στο μέλλον. Πάνε στο ταμείο και παίρνουν καφέ. Ψευτομαλώνουν γελώντας για το ποιός θα πληρώσει. Ξανακάθονται στο σταντ. Μιλάνε ζεστα, χαμογελούν πολύ και κοιτάζονται έντονα στα μάτια. Καμιά φορά, όταν δεν αντέχουν την τόση ένταση, αποσυμφορίζονται στρέφοντας τα βλέμματά τους αλλού, παρατηρώντας δήθεν τη βραδυνή κίνηση των επιβατών. Εμένα όμως το μυαλό μου μπανίζει κρυφά ένα αδιάφορο δωμάτιο, που έχει όμως ένα διπλό κρεβάτι, που τραντάζεται μέχρι να σπάσει απ' το σεισμό που γεννάει ο πόθος τους, με εκείνον να λυσομανά πάνω της και εκείνη πορσελάνινη κούκλα στα χέρια ενός άγρια ερωτευμένου Ηφαίστου, που έχει και σφυρί και αμόνι και δυο ατσάλινα χέρια και που ορκίστηκε να τη λιώσει και την ξαναπλάσει απ' την αρχή.

................................

Σε 10 λεπτά το καφέ θα κλείσει. Αρχίζω κι εγώ να μαζεύω τα υπάρχοντά μου, χειραποσκευές και μη. Σέρνω βαριεστημένα τη βαλίτσα μου πάνω στο Ιταλικό μάρμαρο και βλαστημάω τους σχεδιαστές του Τερματικού σταθμού 1 του Fiumicino που δεν προέβλεψαν καθίσματα. Σαν deus ex machina το μυαλό μου γυρίζει 8 χρόνια πίσω. Το καλοκαίρι που ξαναβρέθηκα στο αεροδρόμιο αυτό. Και περνούν από μπροστά μου αστραπιαία εικόνες και μυρωδιές. Θυμάμαι ζεστό και φιλόξενο το Terminal 2...

................................

Ακριβώς όπως το ήξερα. Φωτισμένη υπερυψωμένη σάλα, απαλές μοκέτες και σειρές από πολυθέσιους καναπέδες, σαν γραμμικές καλλιέργειες καλαμποκιού. Εστιατόρια και καφέ 24ώρου. Τι ευτυχία ώ Θεοί! Κάπως έτσι πρέπει να 'ναι η αίθουσα αναμονής για τον παράδεισο! Το καλύτερο: Δυο τρία σημεία με μεγάλες τζαμαρίες, με καθίσματα και με πανοραμική θέα στην ελαφρώς ομιχλώδη πίστα. Το ένα απο αυτά σκοτεινό και ερημικό. Σκέφτομαι να εγκατασταθώ εκεί για τη νύχτα μου. Πιο δίπλα μαζεμένες, η μια πάνω στην άλλη, παλιές βαλίτσες, ρούχα και χαρτόκουτα. Κι ένα σώμα αραδιασμένο πάνω σε ένα αυτοσχέδιο κρεβάτι, φτιαγμένο από τους καναπέδες του αεροδρομίου. Άστεγος. Κοιμάται με τις κάλτσες σκεπασμένος με ένα άθλιο sleeping bag. Προσπαθώντας να τον αντιγράψω και να φτιάξω το δικό μου κρεβάτι τραβάω ένα καναπέ προς το μέρος μου. Ασήκωτος. Ακόυγεται από τη βάση τρίξιμο διαβολικό και υποχθόνιο. Σκατά ξύπνησε. Σηκώνει το κεφάλι να δει τι συμβαίνει. Ω! Είναι γυναίκα!
- I'm sorry, λέω αμήχανα.
Αδιάφορα αυτή ξαναταβλιάζεται, λιγότερο ενοχλημένη και περισσότερο ανακουφισμένη που ήμουν απλά άτσαλος και όχι κάποιος της security του αεροδρομίου. Ίσως το να κοιμηθώ εκεί να μην είναι καλή ιδέα. Με κάποια μετρητά στην τσέπη, ταυτότητες και διαβατήρια παίρνω την απόφαση να αφήσω το δελεαστικό κατάλυμα και να βρω ένα μέρος στη μεγάλη φωτισμένη σάλα κι ας έχω αυτή τη στιγμή μπροστά μου το ωραιότερο θέαμα του κόσμου: Τρία κουκλίστικα Airbus της Alitalia!

.............................

Ξανατακτοποιούμαι σε μια από τις σειρές των καναπέδων. Μεταλλικοί και άβολοι, με μπράτσα ανά θέση που δε σ' αφήνουν να ξαπλωθείς κατά μήκος τους, αλλά σίγουρα καλύτεροι από τα παγωμένα πατώματα του Terminal 1. Αν είχα βέβαια έναν υπνόσακο...
- Το βασίλειό μου για έναν υπνόσακο!
- Ποιό είναι το βασίλειό σου για απόψε;
- 50 ευρώ, ντοκουμέντα, δυο περιοδικά, ρούχα και ένα ζευγάρι μπαγκέτες για drums!
- Εεε κοιμήσου στον καναπέ καλύτερα.
Στο εντάξει. Για ασφάλεια σφηνώνω το τσαντάκι με το πορτοφόλι και τα εισιτήρια πίσω απ' την πλάτη μου, βάζω και το παλτό για μαξιλάρι και ελπίζω σε μία εύκολη υπνηλία. Μέσα στη νεκρική σιωπή της σάλας σκέφτομαι την προγραμματισμένη νυχτερινή κίνηση των αεροπλάνων, την υπηρεσία εδάφους, τα χαμόγελα των πιλότων πριν την αναχώρηση, τα καλοβραδίσματα και τα καλημερίσματα από τον πύργο ελέγχου, στο φεύγα και στο έλα. Χιλιάδες Ζ μεγάλα και μικρά πέφτουν με αλεξίπτωτα από τον ουρανό και κυλώνουν την ύπαρξή μου βυθίζοντάς με αργά σε γλυκιά νάρκη.

...................................

Είμαι ένας απλός χωριάτης της επαρχίας La Rioja και έχω μπροστά μου έναν αλλόκοτο ιππότη συνοδευόμενο από έναν κοντοπίθαρο υπηρέτη και ένα γάιδαρο, να μάχεται εναντίον των ανεμόμυλων της περιοχής κι οι συγχωριανοί μου σε έντονα Ισπανικά να τον κοροϊδεύουν γελώντας άγρια. Δεν μπορώ να μιλήσω, δεν ξέρω τη γλώσσα...Τι γίνεται....; Μα γιατί; Αφού είμαι ένας απλός χωριάτης της επαρχίας La Rioja...
Ξυπνάω απότομα. Πιο κει δυο Ισπανίδες τουρίστριες και ένας Ισπανός γελούν τρανταχτά. Οι ίδιες φωνές του ονείρου. Καταλαβαίνουν ότι με ξύπνησαν και το βουλώνουν. Συμμαζεύουν και τα γελάκια τους. Γαμημένη Ιβηρική. Αν ξυπνήσω μέσα στη νύχτα μου είναι πολύ δύσκολο να ξανακοιμηθώ. 00:00
Αλλάζω πλευρό, όσο αυτό είναι δυνατό πάνω στον άβολο καναπέ. Μέσα από τις μικρές τρύπες της μεταλλικής του πλάτης το βλέμμα μου εξακοντίζεται σε μια μοναχική ταξιδεύτρια. Μια πανέμορφη καστανή, ένας ανεκτίμητος μεσογειακός πίνακας ηλικίας μέχρι 38 χρονών. Τα μαλλία της απλώνονται - με τη χάρη που τους χαρίζει η οκνηρία της - στους ώμους και το παραμυθένιο κεφάλι της γέρνει γλυκά, μαζί με το υπόλοιπο σώμα της καθώς έχει μαζέψει τα πόδια πάνω στο κάθισμα. Με έχει καταλάβει από ώρα. Ίσως μέσα από την τρύπα φαίνεται η δεξιά μου κόρη που πάει ύπουλα να κλέψει μερικές από τις στιγμές της. Είναι κάπως θλιμμένη. Φαίνεται αλάξευτη. Χωρίς ποτέ να έχει βρεθεί κάποιος να της ανοίξει τα μάτια. Φοβάμαι πως το κοίταγμά μου αυξάνει τη θλίψη της. Ενοχλείται. Στοίχημα πως είναι το πρότυπο του καλού ανθρώπου, της πιστής συζύγου που την πάντρεψαν από συμφέρον κάπου κοντά στο Palermo και τώρα για πρώτη της φορά ξεπόρτισε στη Ρώμη και γεύτηκε κάπως την ελεύθερη ζωή. Και αυτή η στιγμή, που μετράει λεπτά για να πάρει το αεροπλάνο που θα τη γυρίσει στον αυστηρό άντρα της στην όμορφη και μίζερη Σικελία, αυτή η στιγμή που ανακαλύπτει, μετά από τρεις και περισσότερο δεκαετίες ύπαρξης, την ελεύθερη ψυχή της, αυτή η στιγμή είναι πραγματικά δύσκολη. Κι ο νεαρός πίσω από τον καναπέ που την κρυφοκοιτάζει τι να θέλει από αυτή; Σίγουρα τη γουστάρει. Δεν μπορεί πια να δοκιμάσει τίποτα, η απάθεια με την οποία αντιμετώπισε την πρωτύτερη ζωή της, η απάθεια που οι δειλοί ξαναβάφτισαν μοίρα, την έταξε να κοιτάζει κάποιον που μπορεί και να της αρέσει αλλά το μόνο που τελικά της συμβαίνει να είναι μια κάποια αύξηση της βραδυνής της θλίψης.
Αυτηνής θα της κάνω τη χάρη να μην την ενοχλήσω άλλο. Δεν της αξίζει το ίδιο θράσσος με τη ζωντοχήρα. Ξαναγυρίζω απ' την άλλη και καθώς φαντασιώνομαι ένα γρήγορο, ένα παθιασμένο, ένα βρώμικο, ένα πρώτο και τελευταίο πήδημα μαζί της σε εκείνη την απόμερη μεριά του αεροσταθμού και καθώς νιώθω έντονα την επερχόμενη στύση μου να αυξάνει μέσα στο παντελόνι μου ξαναποκοιμιέμαι.

....................................

Ένα ενοχλητικό πέρα δώθε μιας κακολαδωμένης ρόδας ενός καροτσιού αποσκευών με ξυπνάει. Με το άνοιγμα των ματιών αντικρύζω το πιο ηλίθιο βλέμμα του κόσμου. Ένας εύσωμος άντρας, με ψαρό μαλλί σαν κουρεμένο από κομμωτή γέρο, τυφλό και με Parkinson , αναποφάσιστος για το που θα κάτσει, καθώς έχει να διαλέξει ανάμεσα σε εκαντονάδες πολυθρόνες τριγυρνάει άσκοπα. Τον τιμωρώ ονομάζοντάς τον "Το φάντασμα του Fiumicino". Έρχεται κοντά μου. Είμαι ο μόνος ξυπνητός εκείνη την ώρα. Με ρωταέι με το σταθερά βλακώδες κοίταγμα ενισχυόμενο κι από ένα πανηλίθιο χαμόγελο αν μπορώ να του προσέχω τις βαλίτσες μέχρι να πεταχτεί δυο λεφτά να κατουρήσει. Δέχομαι ανόρεχτα. Δεν αποβλέπω σε άλλο ύπνο μετά απο αυτό. Κι όμως είναι 02:12. Βγάζω έξω το μυστικό μου όπλο για τις ώρες ανίας. Δυο Vic-Firth 5Α με ξύλινη μύτη μπαγκέτες και αρχίζω να ψιλομελετάω σε συνέχειες πάνω στο πόδι μου τους εξής δακτυλισμούς του Steve Smith για το αριστερό και το δεξί χέρι:

LLRRLLRR
LRRLLRRL
LRLRLRLR
RRLLRRLL
RLLRRLLR
RLRLRLRL

Το ασταμάτητο τικ τακ των κρουομένων επί του ποδός μου μπαγκετών ξυπνάει κάποιον λίγο πιο κει. "Είχα απορροφηθεί με τη μελέτη και δεν πρόσεξα τις κινήσεις μου", η δικαιολογία προς τον εαυτό μου για την τραγικότητα της κατάστασής μου. Τις μαζεύω λοιπόν. Ο μαλάκας με τις βαλίτσες ακόμα να φανεί. Προσπαθώ να φανταστώ τι μπορεί να του συνέβη. Το πιθανότερο είναι ότι θα άργησε να βρει τις τουαλέτες. Ή θα μπήκε από λάθος στις γυναικείες την ώρα που κάποια μόνη μέσα στη νύχτα θα άλλαζε το μωρό της, ποιός ξέρει με τι συνέπειες. Ίσως αυτή να τσίριξε τρομαγμένη από τη φάτσα του και να τον μάζεψαν οι καραμπινιέρηδες. Ίσως τώρα να δίνει κατάθεση στο αστυνομικό τμήμα του αεροδρομίου. Ελπίζω πάνω στη βλακεία του να μη με μπλέξει με τίποτα κλεμμένες βαλίτσες.
Πάνω στο 10λεπτο έρχεται με ξαλαφρωμένο το ανόητο ύφος του και λέγοντας μου ένα χαζό ευχαριστώ συνεχίζει την αιώνια περιπλάνησή του με το χαλασμένο καρότσι στο Terminal 2. Ωστόσο η περιστροφή του καθυστερημένου - που δεν ξέρω και γω ποιοί εγκληματίες του επέτρεψαν να ταξιδέψει μόνος - γύρω από την αίθουσα αναμονής μου φέρνει νύστα. Πρωτοφανές. Του Μορφέα του κάθομαι χωρίς πολλές πολλές αντιστάσεις, γίνομαι γιουσουφάκι κανονικό του θεού του ύπνου. Ας είναι...

..................................

Το πιο πολύβουο παζάρι του κόσμου. Βηρυτός. Φωνές από τους πάγκους με τις καρύδες, καλάθια από μπαμπού που σπάνε στη διάρκεια ενός καβγά και ένα αράπικο χέρι που αρπάζει το μανδύα μου και με τραβάει σε ένα στενό άδειο και κακοφωτισμένο. Κι αρχίζει να βομβαρδίζει τα αυτιά μου με ψίθυρους αράβικους, συνεχόμενους που βουίζουν σαν καλοκαιρινό κουνούπι. Τρομάζω και πάω να φύγω. Γαμώτο. Δεν μπορώ. Αλλάχ κάνε να είναι όνειρο, κάνε να ξυπνήσω στον καναπέ του Terminal 2, πες μου ότι είμαι ακόμα στην πολιτισμένη Ευρώπη.
Η ματιά μου σκίζεται από το σαν ανακριτικό φως του προβολέα οροφής. Η καρδιά μου μετρονόμος στα 200bpm. Πάω να ηρεμήσω. Μα οι ψίθυροι εξακολουθούν. Τι σκατά...
Σαστίζω καθώς γυρνάω το κεφάλι ψάχνοντας για την πηγή των ψιθύρων. Δεν είναι δυνατόν!
Είναι ένας ψηλός νέγρος, με τουρμπανι, γυαλιά και αράβικη κελεμπία που κρατάει ένα μικρό Κοράνι στις ανοιχτές παλάμες, ψελίζει την προσευχή του και κάθε τόσο σκύβει με τα γόνατα στο χαλάκι που έχει στρώσει κάτω. Σκέφτομαι να τον ενοχλήσω λέγοντάς του ότι έτσι όπως το έστρωσε κοιτάει καρφί δυτικά την Τυρηνική θάλασσα και όχι την Μέκκα που πρέπει να κοιτάς όταν απευθύνεσαι στο Μωάμεθ. Αλλά στο τέλος δεν το κάνω. Δεν είναι δουλειά μου και σε ένα ξένο μέρος και μάλιστα όταν έχεις να κάνεις με κάποιον φανατικό που ξυπνάει στις 3 και μισή για να επικοινωνήσει με το δημιουργό του, είναι καλύτερα να κοιτάς τη δουλειά σου. Ξαναγυρίζω νοερά στο παζάρι. Ωραίο το παζάρι και ασφαλές μετά από όλα αυτά. Ο προβολέας, ίδιος μεσανατολίτικος ήλιος με ζεσταίνει και με ξανακοιμίζει.

....................................

Η τελευταία φορά που ξύπνησα στη Ρώμη ήταν στις 5 παρά δέκα χάρη στα σχετικά αξιόπιστα ξυπνητήρια που διαθέτουν τα κινητά Sony Ericsson. Έτριψα τα μάτια μου και μάζεψα όπως να ΄ναι το βασίλειό μου. Ο Σικελιανός μου έρωτας έχει φύγει. Ο μουσουλμάνος εξακολουθεί να διαβάζει το κοράνι του. "Το φάντασμα του Fiume" με τις βαλίτσες, βρίσκεται χυμένος στην πιο άκυρη θέση που - ήμουν σίγουρος - θα μπορούσε να επιλέξει. Στριμωγμένος μαζί με άλλους τέσσερις, γερμένος στα δεξιά, πάνω σε ένα τεράστιο Σκανδιναβό, με το στόμα μισάνοιχτο και με μια άτακτη και περίεργη σταγόνα σάλιου που ξέφυγε απ' το πλάι του χειλιού του και κύλησε στο σαγόνι περιμένοντας μια του κίνηση για να βουτήξει για πάντα στο μπέζ - καρό πουκάμισό του.
Πήγα στο καφέ του 24ώρου. Cappuccino και κρουασανάκι. Θεέ αν υπήρξες ποτέ, να έχεις καλά τη Βιέννη με τους φουρναραίους της που έπλασαν αυτά τα ζυμαρένια μισοφέγγαρα - χλευάζοντας έτσι τη σημαία των Οθωμανών κατακτητών τους, μετά την απελευθέρωσή τους από αυτούς καπου στο 1630 - και τον Καπουκίνο μοναχό της ονόματι Marco d' Aviano που αυτός πρώτος έφτιαξε αυτόν το θεόπνευστο καφέ!

05:30. Το check-in ήταν αρκετά γρήγορο και χωρίς πολλή αναμονή. Σε χρόνο ρεκόρ βρέθηκα στην έξοδό μου. Ήμουν ο πρώτος απ' τους συνταξιδιώτες μου. Απ' το παράθυρο φαινόταν ένα κομμάτι της κρύας αλουμινένιας ατράκτου του MD-80 που θα με πήγαινε στο Μιλάνο. Μέσα στην ησυχία ακουγόταν μόνο η TV που έπαιζε ανά δέκα λεπτά την ίδια διαφήμιση: "Γευτείτε την κουζίνα μας, χαλαρώστε στις παραλίες μας! Ιταλικό καλοκαίρι!" Στις 25 Φεβρουαρίου. Αυτό θα πει marketing. Σε λίγο άρχισαν να φτάνουν σε κοπάδια οι δεκάδες Αμερικάνοι που θα μου έκαναν παρέα στα 45 λεπτά της πτήσης προς τον Ιταλικό Βορρά. Με ζωηρά και κακομαθημένα κουτσούβελα, με χάρτες και τουριστικούς οδηγούς και με παχιές άσπρες σάρκες. Μια θεόρατη 15χρονη πίνει Sprite για πρωινό. Το στομάχι μου κάνει σβούρες καθώς σχεδόν νιώθω το ανθρακικό με το lemon-lime να κατεβαίνει και να το γεμίζει. Παλεύω να μπω πρώτος στην ουρά. Τα καταφέρνω. Αγενής; Στ' αρχίδια μου! Παίρνω από την πόρτα του αεροπλάνου εφημερίδα. Μια συμπαθητική Ιταλίδα αεροσυνοδός με καλωσορίζει με μηχανικό ενθουσιασμό:
- Buon giorno signore!
- Buon giorno, υποχρεωμένα.
- Buon viaggio!
- Grazie, μισοπεθαμένα.

Παρασκευή

Alternative end for Kim-Ki-Duk's film "The Bow"





Άκουσε τη βάρκα να έρχεται. Ήταν όμως άλλη βάρκα αυτή, γιατί τον ήξερε καλά και τον ξεχώριζε πάντα τον ήχο που άκουγε χρόνια να ταλαντώνεται μεταξύ στεριάς και πελάγους τις ώρες που δεν ήταν δεμένη εκεί, στο μικρό ψαροκάικο. Βγήκε βιαστικά στο κατάστρωμα και τον βοήθησε να δέσει. Μετά τον τράβηξε βιαστικά στη μικρή κουκέτα και άφησε ανοιχτή την πόρτα να μπαίνει μέσα με τον αέρα η "Κίτρινη Θάλασσα". Κάθησαν γονατιστοί πάνω στα σάλι που είχε στρώσει. Άνοιξε γλυκά το πάνω μέρος απ' το κιμονό της . Κι είχε μια ηρεμία αφάνταστη, σαν να ήταν γυναίκα έμπειρη και χορτασμένη στον έρωτα, έτοιμη να διδάξει ένα άπειρο κι άχαρο νέο. Ο άλλος, ατζαμής, τρεμάμενος, άρχισε τη μια φοβισμένα και αβέβαια και την άλλη βίαια με άκρατο πάθος να της γλύφει το στήθος, να δαγκώνει της ρώγες της, να την κρατάει στα χέρια του με πόθο άτσαλο και εφηβικό. Ξαφνικά τον αρπάξε απότομα απ' τους ώμους και τον σταμάτησε βάζοντας όλη της τη δύναμη προκειμένου να φρενάρει αυτήν την ακανόνιστη και έντονη ταλάντωση που γινόταν πάνω στο σώμα της. Ο μικρός σάστισε νομίζοντας πως η αγαπημένη του δε θέλει πια τον έρωτά του. Όμως δεν ήταν αυτό. Χρειαζόταν για ένα πολύ απλό και πρακτικό λόγο μερικές στιγμές σιωπής, να χρησιμοποιήσει τις αισθήσεις της και να ακούσει βαθιά στον ωκεανό τα βαριά πιστόνια μιας ντιζελομηχανής που έσπρωχνε μια ακόμη βάρκα. Αυτής που γνώριζε τόσο τέλεια, που πλοηγούσε το πιο κοντινό της πρόσωπο, το πιο αγαπητό, ο προστάτης και απαγωγέας της για μια ολόληρη δεκαετία.
Σίγουρη πια για το τετελεσμένο της άφιξης του γέρου, έχωσε το χεράκι της στο παντελόνι του μικρού και έβγαλε έξω το όργανό του. Και άγρια, βιαστικά, πιο πολύ από αγωνία παρά από πόθο, χωρίς τον παραμικρό δισταγμό της πρώτης επαφής τον τράβηξε μέσα της. Κι έτσι όπως ο κόλπος της δεχόταν prima volta την ηδονή, στρίγγλησε ένας γλάρος, τρίξανε δυο ξύλα από τα ίσαλα και γέμισε η μικρή κουκέτα παρθενικό κοριτσίστικο αίμα και εφηβικό σπέρμα.

......................

Ο γέρος είδε από μίλια μακριά το φουσκωτό δεμένο στο καΐκι του και βλαστημώντας έδωσε όση ώθηση μπορούσε στο σάπιο πλεούμενο, να προλάβει να προφτάσει. Η μούρη κοπάνισε στα πλαϊνά και τράνταξε το καΐκι. Έδεσε βιαστικά και άστραψε στο κατάστρωμα. Δεν πήρε ούτε τα ρούχα του γάμου που είχε αγοράσει. Έφτασε έξω απ' την κουκέτα κι απ' την ανοιχτή πόρτα είδε δυο εξουθενωμένους εραστές να ξαπλώνουν χωρίς να αγγίζονται, πάνω σε μικρούς σκούρους λεκέδες αίματος και ένα βλέμμα που τον πήγε για μια στιγμή στα 13 του χρόνια και στην πρώτη του ξαδέλφη. Και τότε έβγαλε απ' τα πυρωμένα σπλάχνα του ένα βρυχηθμό που τρόμαξε τον πιτσιρίκο και τον έκανε να ανακαθίσει γυμνός όπως ήταν στο πάτωμα. Η άλλη όμως έμεινε ψύχραιμη κι ακλόνητη - αφού τον περίμενε απο ώρα - να τον κοιτάζει στα μάτια με οργή και δύναμη ίδια και μεγαλύτερη από τη δική του και να παλεύουν οι κόρες τους, ποιά θα λυγίσει πρώτη και θα στραφεί αλλού αποδεχόμενη
και ήττα και λάθος. Κι ήταν τα γέρικα μάτια που ενέδωσαν πρώτα στο δίκιο και χαμήλωσαν. Γύρισε την πλάτη ήσυχος, έπιασε στο ένα χέρι το τόξο και στο άλλο μια χούφτα καλοακοντισμένα βέλη και πήγε και κάθισε στη μύτη της πλώρης. Και για ώρες στεκόταν εκεί γαλήνιος, εκσφενδονίζοντάς τα σε όποιο ζωντανό πλεούμενο ή πετούμενο τολμούσε να του διαλύσει την απομόνωση.

........................

Όταν το νερό πήρε το χρώμα της φωτιάς και δρόσισε ο αέρας του απογεύματος, μαζεύτηκαν στο κέντρο του πλοίου. Ο μικρός έδειξε στο γέρο όλα τα στοιχεία που είχε μαζέψει για την απαγωγή. Οι δημοσιευμένες φωτογραφίες στους τοίχους, τα άρθρα, οι αναζητήσεις. Εκείνη δε μιλούσε, γιατί δεν έμαθε ποτέ να χρησιμοποιεί το λόγο για να μιλάει. Μόνο πήγε στη βάρκα, έφερε τα νυφιάτικα και έντυσε το γέρο. Στολίστηκε κι αυτή μπροστά στον πρώτο της εραστή, το μοναδικό μάρτυρα αυτής της μικρής τελετής στην οποία δε θα είχε κανένα ρόλο. Και τάισαν ο ένας τον άλλο και χορέψανε τον χορό της αιώνιας ένωσης.
Και τότε οι δυο νεόνυμφοι περπάτησαν αργά προς τη μικρή "βεβηλωμένη", κουκέτα και έκλεισαν όπως κάθε βράδυ την πόρτα. Εκείνη είχε διαλέξει έτσι. Άλλωστε δεν ήταν πια μικρή, μόλις το ίδιο πρωί είχε γίνει 17.








15 seconds of blah blah blah






Αν σου τα ζάλισα πες μου να σταματήσω....

Πέμπτη

17 seconds of what the fuck







Έτσι, για να σου κοπεί ο λόξυγγας...












Τρίτη

28 seconds of uncomfortability









Πότε θα καταλαβεις επιτέλους ότι το μέγεθος μετράει...;


Que bueno es tener un compacto en el microcentro...!










47 seconds of loss of sense







Με τις μαλακίες σας έχω χάσει τον μπούσουλα....


Escher y la reputa que te pario....






















Δευτέρα

31 seconds of disgust







Θανατο
λάγνε,
καυγοθήρα, οδυνόκαυλε,
διασημογλύφτη, ξεκωλοεραστή, κατινοθιασώτη,
κ
αφροπαδέ, κινδυνόφιλε, μπανιστιρτζοήθη,
φασιστολάτρη


τηλεθεατή, αναγνώστη, ακροατή, φίλαθλε, υποστηρικτή...


que mas quiegen de mua?


Φάε τα σκατά μου...
















Τετάρτη

56 seconds of solitude






Leche nous tranquille


Pour Morgana et sa post!

La calle Posadas - Buenos Aires




"ΟΛΟΙ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ότι σκότωσα τη Maria Iribarne Hunter. Αλλά κανείς δεν ξέρει πώς τη γνώρισα, ποιές ακριβώς ήταν οι σχέσεις ανάμεσά μας και πώς μου μπήκε η ιδέα να τη σκοτώσω..."


"...Κι ήταν σαν να είχαμε ζήσει κι οι δυο σε λαγούμια ή τούνελ παράλληλα, δίχως να ξέρουμε πως προχωρούσαμε ο ένας πλάι στον άλλον, σαν ψυχές ολόιδιες σε καιρούς ολόιδιους, για να σμίξουμε εκεί που που τελείωναν ετούτα τα λαγούμια, μπροστά σε μια σκηνή ζωγραφισμένη από μένα σαν κλειδί προορισμένη για εκείνην μονάχα, σαν ένα μυστικό μήνυμα πως εγώ ήμουν κιόλας εκεί και πως τα λαγούμια είχαν σμίξει τελικά και η ώρα της συνάντησης είχε φτάσει..."

Ερνέστο Σάμπατο







Σάββατο

Roy, the toxic boy


To those who knew him
-his friends-
we called him Roy.
To others he was known
as that horrible Toxic Boy.

He loved ammonia and asbestos,
and lots of cigarette smoke.
What he breathed in for air
would make other people choke!




His very favorite toy

was a can of aerosol spray;
he'd sit quietly and shake it,
and spray it all the day.



He'd stand inside the garage

in the early-morning frost,
waiting for the car to start
and fill him with exhaust.



The one and only time

I ever saw Toxic Boy cry
was when some sodium chloride
got into his eye.



One day for fresh air
they put him in the garden.

His face went deathly pale
and his body began to harden.




The final gasp of his short life

was sickly with despair.
Whoever thought that you could die
from breathing outdoor air?



As Roy's soul left his body
we all said a silent prayer.
It drifted up to heaven
and left a hole in the ozone layer.


by Tim Burton

Κυριακή

København




The Heart Pounds
As Always
But This Time Out Of Rhythm With Time
Lost And Forgotten At Home
Going To Explode Through My Nose
Turn Myself To The Sweaty Covers
Stare At The Rust Growing On Me
It Eats Into The Shell
I Stand Up, I'm Dizzy
I'm Crumbling Away
Walking Around
Walking Past Myself
Clothe Myself Naked
And Then Strip
Woken Up But Put To Sleep
Can't Sleep A Wink

I Speak Aloud And Travel Inside Myself Searching
I Search For Life For A While
I Stood In Place
With Hope As My Friend I Make Up Some Time
I Look For A Good Beginning
But It Becomes A Disappointment


The Heart Stops
Doesn't Move
I Insert A Pacemaker (Which I Swallow And Hide)
I Find A Jumper Cable (And Turn Myself On)
See Everything Double (Double Black)
System Failure (The Brain Refuses)
I Continue My Search
Uncontrollable (Information)
I Have To Feed (Feed Myself)


I Speak Aloud And Travel Inside Myself Searching
I Search For Life For A While
I Stood In Place
With Hope As My Friend I Make Up Some Time
I Look For A Good Beginning
But It Becomes A Disappointment

My shining

All work and no play
makes Jack a dull boy


All work and no play makes Jack a dull boy


All work
and no
play makes Jack

a dull boy

All work and no play makes Jack a dull boy


boy
dull a Jack makes play no and work All


All work and no play makes Jack a dull boy

All work and no play makes Jack a dull boy


All
work

and
no
play
makes
Jack
a

dull
boy


llA orkw dna on pyal kames caJk a ludl yob


aLL wORK aND nO pLAY mAKES jACK a dULL bOY


lkuoasnclpkaloamydeadlyjobkylao









Τρίτη

My days in Prague 8/06



319

universal love

Τετάρτη

Solitary Sunrise



Κανονικά θα 'πρεπε να χες δει όλες τις ανατολές του φετινού καλοκαιριού...Έλα όμως που πάντα ο ήλιος σε βρίσκει απ' τα δεξιά, να κρατάς με το ένα τον καφέ σε πλαστικό ποτήρι και με το άλλο το τιμόνι, να κατεβαίνεις με χαμηλές στροφές το βουνό και με την ντιζελομηχανή να βγάζει ήχο σαν εκείνο το τραγούδι που το "παρακαλάω" μοιάζει Πορτογαλικό..."πρκλάου...πρκλάου..." γρήγορα, σα νερό που βράζει.
Κι είσαι παρών σε όλες τις ανατολές και τις δύσεις μα αν κάποιος σε ρωτήσει για όλα αυτά μπορείς τίμια να του πεις: "Ήμουν εκεί μα δεν ξέρω να σου πω κάτι παραπάνω για αυτό".

"Insomnia", "The machinist", πρόσωπα του Pacino και του Bale μονίμως διαλυμένα από την αϋπνία, κάπως σαν το δικό σου. Του ενός του έφταιγε ο ήλιος του μεσονυχτίου, του άλλου οι υποσυνείδητα θαμμένες τύψεις. Τι τίτλο να βάλω στη δική σου ταινία, τι δε σ' αφήνει να κοιμηθείς; Τι δε σ' αφή....γιατί...ουφ....αφού....

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Όποια κι αν είσαι, όποτε κι αν εμφανιστείς στην ταινία μου, μάθε ότι για μας ονειρεύομαι μια αυλή. Ολόιδια με της Morgana's, που 'χει ακριβώς από πάνω την Άρκτο και μια ροδιά με έναν κισσό να της ζεσταίνει τα πόδια το χειμώνα. Εγώ όμως μας σκέφτομαι εκεί τα καλοκαίρια. Αυτά που μου χρωστάει ο χρόνος, αυτά που έχω να παίρνω πίσω. Να καθόμαστε στο παγκάκι μέχρι τις ανατολές και στις 5μιση να έρχεται η γλώσσα μου σχεδόν αμήχανα να βρει τη δική σου. Σε μερικά λεπτά η ροδιά θα μας κοιτάει με ζήλια να χαμουρευόμαστε άγρια και έτσι άγρια θα περνάω τα δάχτυλά μου κάτω από τη φούστα σου μέχρι να τελειώσεις βουβά -για το φόβο της γειτονιάς-, δαγκώνοντας τον ώμο μου κι αφήνοντας εκεί την τελευταία σου ανάσα, αυτή την υπέροχη ριπή ανέμου που βγαίνει κοφτά πριν τη σύντομη προσομοίωση θανάτου που συμβαίνει όταν χύνεις στ' αλήθεια. Και θα κυλάει η ανάσα αυτή σε όλο το μπράτσο μου σα νερό, θα φτάνει μέχρι τα ακροδάχτυλα και θα μένει εκεί να περιμένει την επόμενη. Κι ο καφές που θα πιούμε με μουδιασμένα τα μέσα των στομάτων μας θα 'χει τη γεύση του οργασμού σου αφού θα τον έχω φτιάξει εγώ κι ίσως με τα χρόνια γίνει τσάι κι ύστερα ζεστό γάλα, μα θα ΄χει πάντα την ίδια γεύση και πάντα στις 5μιση κάθε καλοκαιρινής μέρας η Άρκτος θα ανυπομονεί να μας πάρει επιτέλους κοντά της. Αυτό θα γίνει στις 31 ενός πολύ μακρινού Αυγούστου...

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Ευτυχώς που τα φρένα σου είναι γερά, που το 'χεις προσεγμένο αυτό το φορτηγό. Κι ευτυχώς που λαγοκοιμάσαι και ξυπνάς εύκολα. Ο καφές χύθηκε πούστικα στο ταμπλό και όλα κολλάνε τώρα. Κατεβαίνεις να πάρεις λίγο αέρα. Καλύτερα να μη συνειδητοποιήσεις πόσο μεγάλη ήταν η τύχη σου. Ξεκινάς. Προσεκτικά αυτή τη φορά, συγκεντρωμένα.

Φτάνεις

Σα να μην έχει συμβεί τίποτα λοιπόν, όπως κάθε μέρα:

- Dobro jutro Duška!
- Dobro jutro!
- Zdravo Iorgo!

- Kalimera!

Παύση. Μικρή αμηχανία. Το βρήκα.

- Aide, na rabota!
- Daaa rabota!



Πέμπτη

Supercazzola prematurata


Να ‘ναι μέρες που να σε νοιάζει μόνο ο ήχος που αφήνεις,
όταν τα αγνοείς όλα
προκειμένου να σώσεις τα άλλα που αγαπάς να κρατάς μέσα σου

κι ας είναι και μέρες που θυμίζουν
την ερημιά που αυξάνει
καθώς βυθίζεται το τελευταίο κομμάτι από ένα καράβι

και να έχεις τη δημιουργικότητα από πάνω
που θα ‘ναι λεπτό και πλατύ σύννεφο
σαν όστια
και που μαυρίζει ξαφνικά έτοιμο να διώξει έργα τέχνης προς τη γη

και να σου λέει: «Τώρα θα σου βρέξω… ή μάλλον ύστερα…»

κι έτσι να αναγκάζεσαι να πετάς προς τα μέσα του και να ψαρεύεις ομορφιές κινδυνεύοντας πάντα

να αφήσεις εκεί μέσα ζωή και συμφέροντα

χαχαχα συμφέροντα!


δε θα ‘ναι οι μέρες αστραπή, τίποτα πια σε FF >> …
τότε θα ερωτεύεσαι - τάχα - στο δρόμο,
κάθε δέκα λεπτά, όταν αφαιρείσαι και ξεχνάς να μετράς τα πλακάκια στο πεζοδρόμιο...

2, 4, 6, 8...σε παρακαλώ πολύ, ΧΩΡΙΣ να πατάς τις γραμμές ανάμεσά τους


ας ήσουν για μια βδομάδα ο ξεπεσμένος μεσήλικας, Conte Raffaello Mascetti...
δυστυχής ψευτοτσιγγάνος όπως και τώρα

όχι Δον Κιχώτης, τρε μπανάλ για σένα αγαπητέ...

ο Raffaello Mascetti είναι ότι πρέπει


να γίνονταν όλα μόνο για την πλάκα ρε φιλαράκο...




Κυριακή

Balkan Train


Θεσσαλονίκη - Λιουμπλιάνα (Σεπτέμβριος 2005)


Μικρά καταθλιπτικά παιδικά παιχνίδια στα ράφια, μια ταμίας με στολή και διακριτικά, κοιτάζει. Ο τελευταίος συνοριακός σταθμός της χώρας πριν τον κόσμο μοιάζει με πέρασμα σε άλλη ζωή, σαν τελική κρίση. Κάθε που αλλάζεις χώρα αλλάζεις και μηχανή ή και ανάποδα. Και πάντα η μηχανή που οδηγεί σου δείχνει πώς ζει ο κόσμος εκεί.

Ως τώρα περνάω αργά ανάμεσα από το Tito Veles, σε μια χρωματιστή κοιλάδα με ποτάμι, με ήλιο καυτερό και κόκκινες πιπεριές που αφέθηκαν να ξεραίνονται σαν απλωμένα ρούχα στις αυλές τους. Κάθε μέρα τα ίδια βαγόνια κόβουν στα δύο την πόλη αλλά οι πάμπτωχοί της, τους χαμογελούν το ίδιο.

Τρομάζω από τον κόσμο που μπαίνει στα Σκόπια. Διαλέγω να πάω σε κλινάμαξα πριν το Βελιγράδι. Μου δίνουν μια. Μέσα δυο τύποι, ένας ψηλός Σλάβος που κοιμάται κι ένας κοντός, γεματούλης, χλωμός, ανοιχτόχρωμος κι ανήσυχος. Έλληνας από τη Λάρισα που πάει στο Μόναχο με τρένο γιατί δε βρήκε πτήση και για κάποιο λόγο κυνηγάει το χρόνο. Σκέφτομαι πως θα μπορούσε να 'ναι ο Παρασκευάς, ο κρυφός συνεργάτης του "χαρούμενου καθάρματος", του Στηβ.

Τελειώνει ο Σεπτέμβρης, τελειώνει κι ο ήλιος με τις σημερινές προσπάθειές του να κάψει ό,τι προλάβει. Απόγευμα στους Σέρβικους κάμπους, με απομεινάρια εργοστασίων, απομεινάρια του κομμουνισμού, παλιά τρακτέρ που επιστρέφουν στις αποθήκες. Ο ουρανός πορτοκαλιάζει με στάση στο Nis. Τρεις Τσιγγάνοι κάθονται δίπλα στις γραμμές. Το κορίτσι κάτι τρώει. Θα ξαναδώ προσεκτικά το φιλμ του Kusturica, γιατί νομίζω πως τρεις φιγούρες του λείπουν.

Τρέχουμε τώρα όσο ποτέ. Σαν να θέλει ο μηχανοδηγός να προλάβει τη μέρα. Μέσα στα χωριά χοντρές Γιουγκοσλάβες επαρχιώτισσες με ανοιχτές τις πόρτες και τις ποδιές φορεμένες ετοιμάζουν δείπνο. Γρήγορα σαν καρέ από φιλμ μας βάζουν σπίτια τους. Μας κερνάν μοσχαρίσιο κρέας με αρακά. Ο Νίκος είναι καλή παρέα, είναι από τους εξυπνότερους ανθρώπους που έχω γνωρίσει. Όσο περνάει η ώρα όλο και περισσότερο πιστεύω πως το πραγματικό του όνομα είναι Παρασκευάς.

Να περάσουν γρήγορα από πλάι μας οι λόφοι. Και έπειτα να φωτίσει η βομβαρδισμένη πρωτεύουσα. Να φανούν οι περήφανες γέφυρες πάνω από το Δούναβη που περίμεναν κάποτε να θυσιαστούν μαζί με τον κόσμο τους.

ΔΙΑΤΑΖΩ

Beograd

.......................


Ξυπνάω από ένα κουδουνάκι που ακούγεται από τη ρόδα, όπως σε κάθε σταθμό. Πετάω τη ματιά έξω από την κουκέτα και κοιτάω έναν με κόκκινο καπέλο και στολή - όπως σε κάθε σταθμό. Όμως αυτός εδώ είναι κάπως αλλιώς. Όλα σε τάξη, καθαρά. Φάλτσαραν οι ράγες και βγήκαμε στη Γερμανία; Όχι αποκλείεται...
Ξεθολώνω το βλέμμα, νετάρω τους φακούς μου...ζουμάρω στον τοίχο του σταθμού:

Zagreb.

Ο ψαρωτικός Κροάτης συνοριακός δεν καταφέρνει και πολλά!
Γιατί έξω η πρωινή ψιλή βροχή αφήνει τα παιδιά της πάνω στα χορτάρια και ο κόσμος πηγαίνει στην καθημερινότητά του με τους υαλοκαθαριστήρες στο ρελαντί και τα φώτα αναμένα. Οι φοιτήτριες κρατούν τετράδια και ομπρέλες!
7:30 π.μ.



Τα επόμενα σύνορα είναι τα τελευταία. Το σήμα στην καρδιά των ενστόλων έχει βουνά και αστέρια. Γιατι;
Μετά κατάλαβα. Κυλάμε πάντα μέσα σε κοιλάδα, πάντα πλάι σε ήρεμο ποτάμι και πάντα ανεβαίνουμε. Ο καφές που φτιάχνει ο ελεγκτής είναι πολύ καλός!
Σειρήνα η διαδρομή. Ας μη φτάσω ποτέ. Ας γεράσω μέσα στα Σλοβένικα βουνά κι ας πεθάνω με το γλυκό κρότο της ανάρτησης κάθε που αλλάζει ράγα. Βγάλτε το κερί απ' τα αυτιά σας, σύντροφοι, εδώ είμαστε!

κι όμως αφελέστατε....
έσκισες στα δυο τα Βαλκάνια
μα πάντα υπάρχει κάτι που δεν έχεις φανταστεί....

δες εδώ......


Ljubljana


σιωπή τώρα
αποβιβάσου και αφέσου να τη ζήσεις.
Η πόλη αυτή υπάρχει μόνο για να την ε ρ ω τ ε υ τ ε ί ς



Τρίτη

Wife for tonight


Geisha





...ίσως κάποτε να κοιτώ τις ίριδές σου με αγάπη
τις ώρες που θα ποτίζεται
με χρυσάνθεμα η ψυχή σου


απόψε όμως, για πρώτη σου φορά
μόνος σου σκοπός είναι η δική μου ευτυχία



ετοιμάσου.
ετοιμάσου.
ετοιμάσου.
ετοιμάσου.
ετοιμάσου.
ετοιμάσου.
ετοιμάσου.





Thanx to mariaper for the photo-inspiration

Σάββατο

Livelulove



Μπλε είναι οι ορμές του αγόριου...
Το κορίτσι κοκκινίζει από ντροπή...



Εσύ πιάσε μου το λαιμό να έρθουν σε ευθεία οι ψυχές μας!
Κι εσύ δείξε μου ένα ωραίο μέρος να μας προσγειώσω!


Κι εκεί στο διάδρομο προσγείωσης να σχηματιστεί ο έρωτας!



"to arseniko pou einai to mple, kotsakwnei to thhliko me thn oura tou sto sberko ths gia thn euthugrammisei kala
meta thn pairnei kai petane-enw thn krataei apo to sberko-wspou na broun ena wraio meros
otan to broun..
to thuliko proteinei thn diki ths oura pou einai o wagwgos sth koilia tou arsenikou opou brisketai to diko tou organo
kai sxhmatizetai i kardia auth..."
dice la mia Bruja





η φωτογραφία είναι δημιουργία της marias peristerianou

Δευτέρα

Songer les jours....Montpellier

Στάσεις
  • Louis Blanc,
  • Chorum,
  • Mosson
  • Place de la comedie

Outil Theatre

Fatima Gutierez με Ινδικό κόσμημα στο μέτωπο, Tom Torrel - μαθήματα φωνητικής,
Olympic Airways Βoeing737-200,

Marseille!!!!,


Luca, Gay Croatian Guy+Gay Spaniard Guy=LOVE,

Νεφέλη never been kissed,
"Ιnternational Sexy Games" Thanks to Natasha Greece is the winner
.....for Νatasha fucked Luca.....

Nicolina Visser...
& some lovely Dutch lesbians,

Amina φωνή της ερήμου




Sigur Ros Live

staralfur




κι όταν τελείωσε το κομμάτι...χυμένη μπύρα στο παντελόνι μιας έκπληκτης Γαλλίδας

Παρασκευή

The pirate and the horseman

Σε μια αγορά στο λιμάνι του Plymouth, βρέθηκαν κάποτε ένας θλιμμένος πειρατής κι ένας θλιμμένος αμαξάς....

Ο αμαξάς περίμενε τον κύριό του κι ο πειρατής προσπαθούσε να πουλήσει κάτι κλεμμένα χρυσά νομίσματα.

Και κοιτάχτηκαν.

Κούνησε πρώτα ο πειρατής το κεφάλι του εννοώντας: "Βαρέθηκα"
Και του αμαξά ένα νεύμα έφτανε να συμφωνήσει: "Κι εγώ..."

"Ε ας αλλάξουμε τότε ζωές", μίλησαν τα μάτια τους
κι άλλαξαν για λίγο τα καπέλα τους




Για το σκίτσο ευθύνεται και πάλι η Morgana


Υπ'αριθμόν 2 Εικασία περί της μυστηριώδους υπάρξεως κάποιου κυρίου David Santos


Όταν ήρθε κι ο τελευταίος συνεργός κλείδωσαν οι πόρτες, μαζεύτηκαν οι καφέδες στο νεροχύτη και άνοιξαν χώρο. Κλείσαν τη μουσική, κλείσαν και τα παράθυρα να μην ενοχλούνται από τα αεροπλάνα που έρχονταν και φεύγαν ασταμάτητα από το αεροδρόμιο Funchal, στην αρχή μιας ακόμη high season για τη Μαδέρα.

Ήταν πολλοί.
Πήρε ο καθένας από ένα laptop στα πόδια και αρχίσαν να μοιράζουν τα σχόλια και τις χώρες. Ο καθένας είχε αναλάβει τα blogs ενός μικρού κράτους ή μιας πολιτείας, κάποιοι ασχολούνταν με τα email και οι τρεις αρχηγοί οργάνωναν την επιχείρηση της ερχόμενης εβδομάδας.
Οι ψυχολόγοι δούλευαν με βάρδιες.
Από μέρα σε μέρα περίμεναν τα καινούρια λεξικά, παραγγελία από Λονδίνο με αραβικά, ινδικά και καντονέζικα. Δεν έμενε πολύς χρόνος ακόμα για να τελειώσουν τη δουλειά τους.
Αρκετοί στόχοι είχαν εντοπιστεί και ήταν θέμα χρόνου να τους προσεγγίσουν οι "a.vi.an.to.", το παρακλάδι της ομάδας με τους ειδικούς διαφωτιστές και στρατολόγους με δικό τους όνομα: Anarchic VIcarious ANtifouling TOrches.

Οι στόχοι:
Οι πιο πολλοί από τους διανοούμενους χρήστες ιστολογίων και πιθανοί θιασώτες και ακόλουθοι του έργου των DdSs εντοπίζονταν στη Νότια Ευρώπη, κάποιοι στη Σκανδιναβία και ένας σωρός στις ΗΠΑ. Έμενε να ανακαλυφθούν δεσμοί και στην αχανή Ασία, που θα ήταν εξαιρετικά σημαντικοί. Αυτός ήταν ο λόγος της καθυστέρησης. Υπήρχαν επίσης και Άραβες που θα μπορούσαν να συνδεθούν με το δόγμα αλλά ο "κρίκος" δεν τους εμπιστεύοταν για τέτοια δουλειά γιατί δεν μπορούσε κανείς να βασιστεί σε τόσο βαθιά θρησκευόμενους ανθρώπους.


Το project DdSs πήγαινε ομαλά.

Ο Raul που ήταν η ψυχή της ομάδας, θυμόταν το χωριό που μεγάλωσε στα σύνορα με την Ισπανία. Ο ιερέας τους τότε, κρυφά τιμωρούσε τους κλέφτες και τους απατεώνες χωρίς κανείς να καταλάβει τίποτα. Μόνο ο αυτός είχε δει κάποτε τον πατέρα David Santos να δέρνει έναν κλεφτοκοτά, μέσα στη νύχτα. Οι τιμωρημένοι χωριάτες κρατούσαν το στόμα τους κλειστό φοβούμενοι την οργή του Θεού, καθώς ο πατέρας David, μετά το βασανιστήριο, τους έπειθε για το θείο καθήκον του. Ο Raul θαύμασε το θάρρος του παπά και δεν το μαρτύρησε πουθενά. Κι ο θεόσταλτος ραββίνος το εκτίμησε πολύ. Έμεινε μέσα στον πιτσιρίκο θαυμαστή η ύπαρξη του ιερέα τιμωρού, από το μυστηριώδη θάνατό του λίγα χρόνια μετά, μέχρι τώρα, που ο ίδιος μάχονταν με αυτό το όνομα για σημαία.

.................................

Μήνες αργότερα οι στόχοι που διάλεξαν να ακολουθήσουν τους Santos μεταφέρθηκαν μυστικά στη Μαδέρα και ξεκίνησε η στρατολόγησή τους. Όσοι αρνήθηκαν στους ειδικούς της avianto απλά εξαφανίστηκαν χωρίς ίχνη. Χωρίς οίκτο. Κανείς δεν τους είπε ότι δεν μπορούσαν να αρνηθούν, απλά τους εξαφάνισαν.

Ο καιρός πλησίαζε, τα Dd έρχονταν όλο και πιο κοντά στα Ss για την τελική ένωση.
Οι Dread και οι Sinisters ετοιμάζονταν μέρα με τη μέρα για τη μεγάλη κηδεία του καπιταλισμού, των πολυεθνικών και των πολέμων.




Υπ'αριθμόν 1 Εικασία περί της μυστηριώδους υπάρξεως κάποιου κυρίου David Santos



" Υou are doing a great job, have a nice weekend! "

Εγραψε ένα ακόμη σχόλιο και έπεσε για ύπνο. Σε δυο ώρες σηκώθηκε αναστατωμένος και ξανακάθισε στον υπολογιστή. Αυτός δεν κλείνει ποτέ και για κανένα λόγο. Κι όταν χρειάζεται συντήρηση έρχεται στο σπίτι ο ειδικός κι ο Santos είναι πάντα ΠΑΡΩΝ.

"Ο ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΗΣ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΛΕΙΣΕΙ ΓΙΑ ΚΑΝΕΝΑ ΛΟΓΟ ΑΚΟΥΣ;",
ούρλιαξε σε έναν που πήγε να τον κλείσει κάποτε για να αλλάξει ένα καλωδιάκι.

"Κάνε ό,τι είναι να κάνεις με ανοιχτό τον υπολογιστή αλλιώς μην το κάνεις καθόλου"

Αυτή την εντολή όποιος πήγαινε να την παραβεί δεν ξαναδούλευε εκεί. Παραδόξως, δεν ξαναδούλευε πουθενά.

Ο David ξανάνοιγει μανιωδώς τον browser και γράφει άλλα 30 σχόλια από δω κι από κει. "Πάμε καλά, πάμε πολύ καλά...λίγος χρόνος χρειάζεται ακόμα....".

Ξαφνικά ιδρώνει, "ΟΧΙ ΓΑΜΩΤΟ.....ΟΧΙ....". Αρχίσει ένα τρέμουλο που αυξάνει. Κρυώνει. Προσπαθεί με τη σκέψη να το απωθήσει...... "ΝΟ....ΝΟΟΟΟΟΟ......"

Έχασε τον έλεγχο.

Τρέμει, όλο και πιο έντονα, πέφτει κάτω και σπαρταράει....ο αφρός ξεχύνεται απ' τις άκρες των χειλιών, τα άκρα του λυγίζουν και αγκυλώνουν ανεξέλεγκτα, κιτρινίζει στα μάτια του το φως του πορτατίφ και κάπου εκεί τελειώνει η νύχτα του.

....................

Το πρωί ξυπνάει μέσα στη γνωστή μυρωδιά των αφρών και των γαστρικών υγρών, ρίχνει λίγο νερό στα μαλλιά γύρω απ' τη φαλάκρα που έχουν μακρύνει υπερβολικά. Αυτό τον βοηθάει να νιώσει λίγο καλύτερα. Είναι κουρασμένος από τη μάχη με την επιληψία.

Παίρνει μια άγευστη μπάρα συμπιεσμένων δημητριακών με γλυκόζη απο το ψυγείο και ξανακάθεται στον υπολογιστή. Το στόμα του βρωμάει από τον ύπνο και την κρίση. Προχτές έχασε κι άλλο δόντι. Την μασάει βιαστικά, ενώ τα υπόλοιπα δόντια του ματώνουν, την κρατάει στο δεξί και με το άλλο γράφει ακόμα ένα comment. Μήνες τώρα καταναλώνει μόνο τέτοιες μπάρες, τις παίρνει από τους καταδρομείς του Πορτογαλικού στρατού. Έχει έναν φίλο που δουλεύει εκεί, ο οποίος είναι κρυφός αντιμιλιταριστής blogger και του τις αφήνει τα μεσάνυχτα μέσα στο γραμματοκιβώτιο. Έχουν το μέγεθος ενός κινητού τηλεφώνου και θερμίδες όσες ένα γεύμα. Όταν τις τρως, αυτές ενεργοποιούνται από τα οξέα και τα υγρά του στομάχου και φουσκώνουν δίνοντάς σου την αίσθηση κορεσμού. Και κλέβεις χρόνο από το φαγητό.
Έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχουν απολαύσεις πια για το David Santos. Μόνο όταν γράφει κάποιο σχόλιο, έχει ένα μικρό ανεπαίσθητο οργασμό. Η λέξη φαγητό δεν του λέει τίποτα. Η λέξη έρωτας είναι μόνο για τα δήθεν ποιήματά του.

Ανοίγει έναν φάκελο που έχει μέσα όλα τα πρότυπα των σχολίων που γράφει. Με τη σειρά, όπως το έχει μελετήσει. Ποτέ δε θα τα διαβάσει με τον τρόπο που θέλει να κάνει τον υπόλοιπο κόσμο να τα διαβάσει. Ξέρει πόσο επικίνδυνο είναι. Ανοίγει και το βιβλίο με την κωδικοποιημένη ασφαλή σειρά ανάγνωσής τους, για πιο σίγουρα. Αντιγράφει μερικά και τα επικολλάει. Νευριασμένος πληκτρολογει ταχύτατα σα μηχανή τα word verification και συνεχίζει.....

Που και που κοιτάει και τη φωτογραφία στο προφίλ του. Ήταν η τελευταία φορά που θυμάται το δέρμα του να έχει χρώμα ανθρώπινο. Στο φωτογραφείο που την έβγαλε με τη μαύρη ζιβάγκο και το μαύρο παλτό ο φωτογράφος τον ρώτησε αν ήταν ιερέας. Τη χλευάζει. Είναι ευτυχισμένος που δε μοιάζει με το πιθηκοειδές γένος του πια.

Πού και πού φοβάται και για την επιληψία του. Δε φοβάται το θάνατο, είναι αστείος ο θάνατος γι'αυτόν. Τρέμει μόνο τη μη εκπλήρωση της αποστολής του που θα τον καταδικάσει σε αιώνια κόλαση. Δεν τον έχει δει ποτέ γιατρός από τότε που άρχισε να αφρίζει ξαφνικά. Δε μισεί ωστόσο τον εαυτό του που αγνόησε τις προειδοποιήσεις της εταιρίας οθονών για τις πιθανές συνέπειες κατάχρησης των συσκευών της. Ο σκοπός του είναι πιο σοβαρός από μερικές μικρές ασήμαντες επιληπτικές κρίσεις.

Διαβάζει στο χειρόγραφο αγαπημένο ημερολόγιό του, την προχτεσινή τελευταία του προσθήκη.

"Μερικοί μήνες ακόμα, ίσως δέκα, ίσως ένας χρόνος....ο νέος "Angels' phrenitis virus" θα 'χει διασπαρεί από το διαδίκτυο σ' όλο τον κόσμο. Δε θα τον πιάνουν τα αντιβιοτικά των υπολογιστών γιατί θα μπαίνει κατευθείαν από τις προτάσεις των οθονών στα μυαλά των ανθρώπων. Οι πρώτοι που θα προσβληθούν, θα΄ναι σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου οι αναγνώστες που θα διαβάσουν με τη σωστή σειρά τα σχόλιά μου. Μετά η αρρώστεια θα σκορπίσει με άλλον τρόπο. Με το φιλί, την ανάσα, τη σκέψη.
Θα αρκεί φέρεις κάποιον στο μυαλό σου κι αυτός
αμέσως θα γίνεται φορέας. Και μόλις ο δύστυχος νιώσει κάτι δυνατό, ένα συναίσθημα, μια λαχτάρα ή μια απόλαυση αμέσως θα ασθενεί. Δε μπορεί κανείς να γλιτώσει.
Θεέ μου!
Είναι όλα μελετημένα τόσο τέλεια! ΝΑΙ ΝΑΙ ΝΑΙ ΤΕΛΕΙΑ!!!
Ο αλγόριθμος δεν κάνει ποτέ λάθος. Τα μαθηματικά ήταν από πάντα καλώς ορισμένα! Η αρρώστεια που θα πάρει το όνομα του Δαβίδ του Αγίου θα "τελειώσει" αυτό το γένος. O Θεός, όρισε πως ένας άνθρωπος θα εξαφανίσει το ντροπιαστικό δημιούργημά Του, τον άνθρωπο. Άνθρωπος ήμουν κι εγώ όταν ξεκίνησα το θέλημά Του. Τώρα είμαι μόνο ύπαρξη στις υπηρεσίες Του. Όταν όλα θα ΄ναι εντάξει, τότε θα καθίσω κι εγώ ήσυχα και θα διαβάσω με τη σωστή θανατηφόρα σειρά τα σχόλιά μου ξανά και ξανά....Θεέ μου.....δώσε μου τη δύναμή Σου...."



Διάβαζε εκστασιασμένος και αφροί άρχισαν πάλι να πέφτουν από το στόμα του πάνω στη σελίδα.....δεν τον ένοιαζε....γύρισε στον υπολογιστή και συνέχισε λυσασμένος να πληκτρολογεί:

"Thank you for your comment, greetings from Lisbon"....

....θα έμενε ζωντανός πάση θυσία μέχρι το ΤΕΛΟΣ.






"Aυτός θα είναι μεγάλος, και Yιός του Yψίστου θα ονομαστεί. Kαι θα του δώσει ο Kύριος ο Θεός το θρόνο του Δαβίδ του προπάτορά του" (Λουκάς 1:32)