Κυριακή

25Β



Πώς το 'φερε έτσι το πρόγραμμα της αεροπορικής εταιρίας και στην πτήση ανταπόκρισης μπήκα στο ίδιο ακριβώς αεροσκάφος που με έφερε στο Βενιζέλος; Λατρεύω αυτές τις μικρές λεπτομέρειες που τις προσέχουμε μόνο τα αδέρφια μου κι εγώ. Δυστυχώς η δεσποινίδα του check in της Θεσσαλονίκης με έστειλε και σ' αυτή την πτήση σε θέση χωρίς παράθυρο. 25Β. Τέλος πάντων, λίγη υπομονή και αν και αυτή τη φορά - όπως και στον ερχομό - υπάρξουν άδειες θέσεις στα πιο πίσω παράθυρα θα καβατζώσω μια. Θα περιμένω να επιβιβαστούν όλοι οι ταξιδιώτες και μόλις ακούσω την αναγγελία "Cabin doors - Cross checked" θα σηκωθώ κατευθείαν και θα πάω πίσω.

Κουβαλάω στην πλάτη μου τη θήκη με τα πιατίνια, γύρω στα 12 κιλά και καμιά 25αριά ίντσες διάμετρο και δυσκολεύομαι κάπως να περάσω από το στενό διάδρομο χωρίς να κοπανήσω κανέναν καθισμένο επιβάτη. Φεύγουν σιγά σιγά τα νούμερα, γυρώ στο 18 σε πιάνει εκείνη η ελάχιστη περιέργεια, ποιός να κάθεται δίπλα σου, φτάνει το 21 το 22, έχω αρχίσει και βλέπω τη σειρά 25. Στο 25A είναι ένας μουσικός από την ορχήστρα που σε γενικές γραμμές δε θα επέλεγα τη συντροφιά του και στο 25C μια πολύ παράξενη κοπέλα. Έχει σκούρο μαύρο μαγισσένιο μαλλί, μάτια γαλάζια στην πιο ανοιχτή τους απόχρωση και ένα πρόσωπο με βλέμμα άγριο και ειρωνικό, με κατάλευκη επιδερμίδα και λεπτά χαρακτηριστικά σα να κατέβηκε από κάποιο κρυμμένο βασίλειο της Φινλανδίας, όπου επιτέλεσε μια βάναυση και κακιά μονάρχισσα, βασανίζοντας για χρόνια τους υπηκόους της για την προσωπική της διασκέδαση και μόνο. Βέβαια είχε και μερικά περιττά πάχη γύρω απ' την κοιλιά της που πρόδιδαν κακή διατροφή πράγμα που δεν ταιριάζει σε μια βασίλισσα, οπότε η παραπάνω εικασία πάει στο διάολο και μας μένει μια ρεαλιστική σχετικά υπόθεση ότι η κοπέλα έχει γεννηθεί κάπου στην πρώην Σοβιετική Ένωση και γενικώς δεν πρέπει να έχει περάσει καθόλου καλά στη ζωή της.

Όμως και στην 25Β το κάθισμα δεν είναι άδειο να με περιμένει. Αντιθέτως μια μεγάλη καράφλα ξεχωρίζει, που συνεχίζεται προς τα κάτω - καθώς πλησιάζω και αποκαλύπτεται - από ένα παχύ γέρικο πρόσωπο, έναν χοιρινό λαιμό, μια κοιλιά δεξαμενή και ένα κοντό παντελονάκι που άφηνε να φαίνονται δυο χοντρά ζυμαρένια μπούτια, κάτασπρα, άτριχα, με κρεατοελιές και ψηλή άσπρη κάλτσα με δερμάτινο παπούτσι. Ο γέρος έχει σκύψει πάνω της και της μιλάει ασταμάτητα, αυτή δείχνει σα να ενοχλείται κάπως αλλά το ανέχεται. Δε μ' αρέσουν οι λιγδιάρηδες, οπότε θα το παίξω τυπολάτρης και θα ζητήσω αρχικά να καθίσω στη θέση μου, ξέρω πως στο τέλος θα του κάνω το χατήρι γιατί φαίνεται να ταξιδεύουν μαζί, αλλά γιατί να μην του ταράξω λίγο την πάρλα;

Πάω κοντά και του δείχνω την κάρτα μου.

- Με συγχωρείτε, κύριος...

- Αχ...! Σε παρακαλώ, γίνεται να καθίσεις στη θέση μου...; Να, να, πάρε την κάρτα μου, σε παρακαλώ πολύ!

Αγχώθηκε παραπάνω από όσο περίμενα. Πόσο με προκαλεί αυτή του η αντίδραση που προδίδει ιδιοκτησία στο κορίτσι να το συνεχίσω...να του πω φερ' ειπείν ότι "κοίταξε να δεις, το χω γρουσουζιά να αλλάζω θέση" και οτι "την τελευταία φορά που άλλαξα θέση κοντέψαμε να συντριβούμε πάνω από τις Άλπεις". Δεν το κάνω τελικά. Βαριέμαι. Παίρνω το χαρτάκι του που μου δείχνει 25D. Ακριβώς δίπλα τους αλλά αμέσως μετά το διάδρομο. Παρόλα αυτά μπορώ και τους ακούω, οπότε έχει ένα κάποιοι ενδιαφέρον όλο αυτό. Αγαπώ τις γρήγορες εξακριβώσεις σχετικά με τις ζωές αγνώστων στα ταξίδια και διακριτικά επικεντρώνω την προσοχή μου στα λόγια τους. Κυρίως στα λόγια του γέρου γιατί αυτός μιλούσε συνεχώς. Και έλεγε με ένα λόγο γλοιώδη, με μια προσπάθεια να φέρει τα πράματα εύκολα για αυτόν, να πείσει την κοπέλα να ηρεμήσει, να την κάνει να γλυκάνει λίγο το παγωμένο βλέμμα της που ακτινοβολούσε οργή και μίσος..:

- Θα σας βολέψω όλους, μη στεναχωριέσαι...κι εσένα και τον πατέρα σου, θα περάσετε πολύ καλά μαζί μου. Εγώ είμαι πολύ σημαντικός, τους ξέρω όλους στην Κρήτη, θα δεις, θα περάσουμε πολύ καλά πουλάκι μου. Έλα, κουράστηκες; Έλα γείρε λίγο την καρεκλίτσα σου να κοιμηθείς. Κάτσε να πατήσω το κουμπάκι να γείρει. Άστο άστο σε μένα, ξέρω εγώ, έχω ταξιδέψει πολύ, έλα καρδούλα μου ακούμπησε το κεφαλάκι σου.

- Μιλάς συνέχεια, με τσατίζεις, κλείσ' το στομα σου, του απάντησε αυτή με σπαστά ελληνικά στη λογοδιάρειά του.

- Καλά ψυχή μου, καλά...ήσυχα ήσυχα, όλα καλά, όλα καλά...

Πίσω μου καθόταν ένας άλλος γέρος, με σκαμμένο πρόσωπο και ανακατεμένο μαλλί, μαζί με ένα πιτσιρίκι όχι πάνω από εφτά χρονών. Ήταν ο πατέρας της, ο οποίος φαινόταν ότι δεν καταλάβαινε καθόλου ελληνικά και το παιδάκι πρέπει να ήταν δικό της.

- Όλιβερ..!! Πάρε και τη δικιά μου την καραμέλα, επέμενε δέκα φορές ο χοντρός φωνάζοντας γλυκά στο παιδί, δίνοντάς του την καραμέλα που μοιράζουν οι αεροσυνοδοί πριν την πτήση, σε μια ελεεινή προσπάθεια να γίνει συμπαθής στην κοπέλα.

Έγινε το cross check, βρήκα θέση στο παράθυρο, ακριβώς μια σειρά πίσω. Στην πτήση, τις φορές που δε χάζευα το Αιγαίο και τα νησιά το μάτι μου έπεφτε στον άθλιο της θέσης 25Β και στο κρεατένιο κεφάλι του που έγερνε συνεχώς προς τα δεξιά και όλο μιλούσε. Καμιά φορά εκείνη έχανε τον έλεγχο και ξεπερνούσε τα όριά της και το οργισμένο χέρι της με το άγριο μανικιούρ, σηκωνόταν απότομα, ίσιο, τελείως τεντωμένο, σαν κεραυνός ικανός να σκίσει την άτρακτο του αεροπλάνου με τα νύχια του και τότε αυτός επέστρεφε υπάκουα για λίγο στο μαξιλάρι της θέσης του. Μετά έβρισκε μια ηλίθια αφορμή και της ξαναμιλούσε.

Στο τέλος, στο αεροδρόμιο, στην παραλαβή των αποσκευών η κοπέλα τελείως αποκαμωμένη, σα να άρχιζε να συνέρχεται από ολική νάρκωση αλλά να βασανίζεται ακόμα από τρομερούς ιλίγγους κάθισε στα μεταλλικά καθίσματα της αίθουσας. Οι βαλίτσες άργησαν πολύ να έρθουν. Ο γέρος πήρε πρωτοβουλία, της έβγαλε τα σανδάλια και άρχισε να της τρίβει τις πατούσες με φούρια λες και προσπαθούσε να την επαναφέρει στη ζωή. Ήταν η πρώτη φορά που εκείνη έσκασε ένα χαμόγελο. Ούτε ευτυχίας βέβαια, ούτε χαράς. Ένα ελαφρύ σκληρό ειρωνικό χαμόγελο, για το γελοίο μέλλοντα σύντροφό της, που ξεφτιλίζεται μπροστά στους εκατό συνεπιβάτες της πτήσης, που πέφτει στα πόδια της για το τίποτα, που εκείνη ξέρει ότι αν θελήσει μπορεί να τον κάνει να φορέσει στολή μπαλαρίνας και να χορέψει μόνος στην κεντρική πλατεία του χωριού του.

Πέρασα πίσω από το γέρο σε απόσταση αναπνοής. Εκείνος σκυμμένος πιστά στο καθήκον του έτριβε δυνατά. Προσπάθησα να πάρω το πιο αηδιασμένο βλέμμα μου. Προσπάθησα αρκετά και κάτι κατάφερα. Γύρισα και της το χάρισα απλόχερα. Έναν εκφραστικό εμετό όλο για χάρη της. Κι ευχήθηκα στο γέρο να ζήσει άλλα σαράντα χρόνια. Να ζήσει με τις αισθήσεις του σε πλήρη λειτουργία. Να την κουράσει, να την εξουθενώσει με τις άσκοπες φλυαρίες του. Τα βράδια να την υποχρεώνει να ανοίγει τα ρώσσικά της πόδια και δέχεται μέσα της το γέρικο μαραμένο όργανό του και την κάτασπρη κοιλιά του να τρίβεται στη δική της. Να την υποχρεώνει να καταπίνει τις ελάχιστες σταγόνες απ' το πεθαμένο σπέρμα του και ύστερα να της ζητάει ολονυχτίες με αγκαλιές και τρυφερότητες. Της ευχήθηκα έτσι να υποφέρει. Να μη βρει ποτέ το κουράγιο να τον δολοφονήσει. Κι όταν ο γέρος πεθάνει ήσυχος και ευτυχής από βαθιά καλοζωισμένα γεράματα να της αφήσει όλη του την περιουσία. Κι αυτή να είναι εξηνταπεντάρα και να 'χει χαθεί όλη της η ζωή μέσα στην αγκαλιά του, μέσα στα σάλια του και στη βρώμα του ιδρώτα του. Της ευχήθηκα με όλη μου την καρδιά.


Κι ήταν αυτό το πρώτο ταξίδι της ζωής μου που ξεκίνησε με ευχές.